Μάνη, Μύλασα, Bilbis, Νίκαια: διαδρομές και διασταυρώσεις
Πλήρης Περιγραφή
Ο Ιωάννης (Γιάννης) Φειδοπιάστης γεννήθηκε στη Βάθια της Μάνης το 1925 σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα του, λίγα χρόνια νωρίτερα σύμφωνα με τις οικογενειακές αφηγήσεις. Σε πολύ νεαρή ηλικία, λίγο πριν το ξέσπασμα του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου άφησε το χωριό του και ανέβηκε στον Πειραιά. Έζησε στην Αγιά Σοφιά με τα αδέλφια του και σιγά σιγά ξεκίνησε να δουλεύει στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιά, εργάτης στο λιμάνι. Η πλειονότητα των μανιατών που ζούσαν στον Πειραιά από τα τέλη του 19ου αιώνα δούλευαν στο λιμάνι, δημιουργώντας ένα δίκτυο εργασίας που λειτούργησε ως πόλος για όσους σκέφτονταν την μετανάστευση και φυσικά ως δίκτυο αλληλοβοήθειας για τους νεοφερμένους. Η εργασία στο λιμάνι παρέμεινε απλησίαστη για τους πρόσφυγες έως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.
Μια οικογένεια συγχωριανών του που κατοικούσε μέσα στον πυρήνα του προσφυγικού συνοικισμού της Νέας Κοκκινιάς του γνώρισε την νεαρή γειτόνισσά τους Βαρβάρα Παπάζογλου και πολύ γρήγορα αρραβώνιαστηκαν. Η Βαρβάρα του Μαρίνου Παπάζογλου από τη Φιλιπούπολη γεννήθηκε στους ξίλινους οικίσκους του Ταμείου Περιθάλψεως Προσφύγων της Νέας Κοκκινιάς το 1927. Τον Αύγουστο του 1944 ο Γιάννης ζούσε μαζί με την αρραβωνιαστικιά του Βαρβάρα, τη μητέρα της και τον αδελφό της (ο πατέρας της Μαρίνος Παπάζογλου είχε σκοτωθεί λίγο καιρό πριν) στην 1η πάροδο της οδού Θειρών. Το χάραμα της 17ης Αυγούστου οι κάτοικοι του μικρού οικίσκου ξύπνησαν από την επίθεση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής όπως και ο ολόκληρος ο συΠαπάζογλου, κόρη της Μαρίας Καραγεωργίου από τα Μύλασα της Μικράς Ασίας κανοικισμός. Ο Γιάννης οδηγήθηκε στην πλατεία της Οσίας Ξένης και από εκεί με εκατοντάδες άλλους κατοίκους του συνοικισμού μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο στο Χαϊδάρι. Ήταν τυχερός γιατί δεν εκτελέστηκε επί τόπου, στο σπίτι κατά τη σύλληψή του ή αμέσως στη μάντρα. Δύο μόλις μέρες μετά στις 19 Αυγούστου μεταφέρθηκε με τρένο στη Γερμανία στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Biblis σύμφωνα με τα έγγραφα που έχει στη κατοχή της η κόρη του Αδαμαντία, όπου εκτελούσε καταναγκαστική εργασία, ζώντας σε άθλιες συνθήκες .
Στάθηκε όμως για ακόμα μια φορά τυχερός, η απελευθέρωση τον βρήκε ζωντανό και στις αρχές Ιανουαρίου κατάφερε να στείλει μέσω του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού το πρώτο γράμμα στους δικούς του ότι είναι ζωντανός και θα επιστρέψει. Το γράμμα έφτασε στην αρραβωνιαστικιά του έξι μήνες μετά, τον Ιούνιο του 1945. Επαναπατρίσθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1945. Παντρεύτηκε την Βαρβάρα Παπάζογλου, απέκτησαν δύο κόρες την Αδαμαντία και την Μαρία, συνέχισε να δουλεύει στο λιμάνι και αργότερα στην τσγαροβιομηχανία του Παπαστράτου. Έζησε όλη του τη μετέπειτα ζωή στην 1η πάροδο της οδού Θειρών και το 1962 γκρεμίσανε το μικρό προσφυγικό σπίτι και κατασκεύασαν μια διώροφη οικοδομή για να μείνει η οικογένεια του που μεγάλωνε. Απεβίωσε το 1992 ενώ η συζυγός του Βαρβάρα το 2017.
Στην οικογένεια του Γιάννη Φειδοπιάστη και της Βαρβάρας Παπάζογλου συναντάμε τον κόσμο της μετακίνησης του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, εσωτερικοί μετανάστες από την Πελοπόννησο στον Πειραιά, πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια, εκτοπισμένοι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Άνθρωποι που αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε συνθήκες ειρήνης και πολέμου, και που συναντήθηκαν και μοιράστηκαν τη ζωή τους σε ένα μικρό προσφυγικό ακίνητο στον συνοικισμό της Νέας Κοκκινιάς αποτυπώνοντας τις διαφορετικές διαδρομές της μετακίνησης αλλά και τις διασταυρώσεις τους.
Βιβλιογραφία
Προφορική συνέντευξη της Αδαμαντίας Φειδοπιάστη, 20 Μαρτίου 2022