Από τα χωριά της Θεσσαλονίκης στην Κασσάνδρου
Πόλη
Περίοδος Μετακίνησης
Χρονολογία
Ετικέτα
Κατηγορία
Πλήρης Περιγραφή
Η Ελένη και ο Παναγιώτης Τσίτσελας γεννήθηκαν τη δεκαετία 1930 στο Αρδαρμέρι, χωριό του νομού Θεσσαλονίκης που βρίσκεται πίσω από το βουνό του Χορτιάτη. Η αφήγησή τους πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο συνέντευξης τον Απρίλιο του 2002. Η Ελένη και ο Παναγιώτης, συνταξιούχοι πλέον κατά το χρόνο της αφήγησής τους, μίλησαν για τη ζωή τους στο χωριό και την εγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη στα μέσα της δεκαετίας 1970. Οι ίδιοι ήταν κτηνοτρόφοι και τυροκόμοι στο Αρδαμέρι, αλλά όπως αναφέρουν προτίμησαν να βρίσκονται κοντά στα παιδιά τους που είχαν ήδη εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη και να εργάζονται σε μια δουλειά με σταθερό μεροκάματο.
Έτσι, διέμειναν για κάποια χρόνια μετά την άφιξή τους στη Θεσσαλονίκη σε διαμέρισμα της οδού Κασσάνδρου. Ο Παναγιώτης εργάστηκε για ένα διάστημα σε βιομηχανία στα δυτικά προάστια της πόλης, ενώ σύντομα βρήκαν μαζί δουλειά, η Ελένη και ο Παναγιώτης, ως νεωκόροι σε εκκλησία της Καλαμαριάς. Η εκ νέου εγκατάστασή τους στην Καλαμαριά, το έτος 1978, πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο που τα προάστια της Θεσσαλονίκης μορφοποιούνταν εκ νέου μέσα από την άφιξη των εσωτερικών μεταναστών και τις διαδικασίες της ανοικοδόμησης πολυκατοικιών, συχνά με τη μέθοδο της αντιπαροχής.
Σύμφωνα με τον Νίκο Καλογήρου κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970 οι εσωτερικοί μετανάστες προς τη Θεσσαλονίκη κατάγονται κυρίως από κοντινούς νομούς και από χωριά στις παρυφές του νομού Θεσσαλονίκης. Συχνά, απασχολούνται σε βιομηχανικές επιχειρήσεις στα δυτικά της πόλης, ενώ με την παρουσία τους συμβάλουν στην μεγάλη αύξηση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, όπως η Καραδήμου-Γερόλυμπου αναφέρει, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας 1950 οι συνθήκες κατοίκησης στη Θεσσαλονίκη μοιάζουν να επιδεινώνονται, μιας και ενώ ο πληθυσμός της πόλης αυξάνει, ενώ το απόθεμα των διαθέσιμων κτιρίων είναι σχετικά περιορισμένο. Κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970, η πόλη εξαπλώνεται χωρικά με ταχείς ρυθμούς, συχνά ακόμη και με αυθαίρετους τρόπους. Οι εσωτερικοί μετανάστες πλέον εγκαθίστανται σε περιφερειακούς του κέντρου της Θεσσαλονίκης Δήμους όπου η κατασκευή των πολυκατοικιών έχει εντατικοποιηθεί, ενώ η δόμηση μέσω της αντιπαροχής αποτελεί συνήθη μέθοδο της μαζικής κατασκευής πολυκατοικιών.
Βιβλιογραφία
Νίκος Καλογήρου, «Αστικοποίηση και πολεοδομική πολιτική στην περιοχή της Θεσσαλονίκης», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 30, 1977
Αλέκα Καραδήμου-Γερόλυμπου, «Ο αστικός χώρος της Θεσσαλονίκης: Μακρές διάρκειες και γρήγοροι μετασχηματισμοί, με φόντο τη βαλκανική ενδοχώρα», στο Γρηγόρης Καυκαλάς, Λόης Λαμπριανίδης, Νίκος Παπαμίχος (επιμ.), Η Θεσσαλονίκη στο μεταίχμιο. Η πόλη ως διαδικασία αλλαγών, Κριτική, Θεσσαλονίκη 2008
Πηγές
«Στο χωριό, όταν δεν είχαμε συγκοινωνία, ερχόμασταν στη Θεσσαλονίκη με τα ζώα. Κατέβαινάμε Πυλαία και μετά στο Επταπύργιο και από εκεί κατεβαίναμε κάτω, καλντερίμι το λέγαμε, στρωμένο πλάκες, και τα άλογα έκαναν τάκα-τάκα. Κατέβαινάμε στην πόλη και ψώνιζάμε. Κοιμόμασταν έξω, αλλά και στα χωράφια, στο θέρο για να βγάλουμε δουλειά κοιμόμασταν στα χωράφια. Είχαμε και τα γελάδια εκεί, αρμέγαμε το πρωί την αγελάδα, με ένα κατσαρόλι, βράζαμε και πίναμε. Είναι η ζωή πιο σκληρή στο χωριό. Το χωριό μας είναι ορεινό, είναι καλό το κλίμα, αλλά επειδή είναι ορεινό, δεν βγάζει παραγωγή πολλή. Κάποιοι είναι κτηνοτρόφοι, άλλοι έρχονται στη Σαλονικη δουλεύουν, και γυρνάνε πίσω στο χωριό. Είναι κοντά. Αλλά η ζωή ήταν δύσκολη.
Όταν πήραμε την απόφαση να ’ρθούμε ήταν τη μέρα του Αγίου Ανδρέα, πούλησάμε τα ζώα, τα κατσίκια. Και τη μέρα του Αγίου Ελευθερίου αποφάσισαμε και ήρθαμε. Νοίκιασάμε στην Κασσάνδρου, στον Άγιο Δημήτρη κοντά. Από εκεί κατέβαιναμέ, παίρναμε το αυτοκίνητο και πηγαίναμε στον Άγιο Λευτέρη. Όταν πρωτοήρθαμε ο άνδρας μου δούλευε σε ένα εργοστάσιο με λιπάσματα, δυτικά. Δεν του άρεσε, βρέθηκε μετά η δουλειά στον Άγιο Λευτέρη και μας πήραν εκεί. Το ’78 πήραμε το σπίτι στην Καλαμαριά. Έμεινάμε ευχαριστημένοι, γιατί δούλευάμε και παίρναμε μεροκάματο. Ήταν δύσκολα, γιατί δεν είχαμε ωράριο, ιδίως στις γιορτές, αλλά βρήκαμε ανθρώπους καλούς και ήμασταν και κοντά στα παιδιά. Μετά γεννήθηκαν τα εγγόνια μας, μεγαλώσανε, χαιρόμασταν».
Ελένη και Παναγιώτης Τσίτσελα, Θεσσαλονίκη 2002
Αρχείο Ελίνας Καπετανάκη