Από την εργασία φασόν στις βιοτεχνίες
Πλήρης Περιγραφή
Η Δήμητρα, αφηγήτρια του ηχητικού αποσπάσματος που παρατίθεται είναι 47 ετών (2020) και στο παρόν εργάζεται ως λογίστρια. Η αφήγησή της εστιάζει στο διάστημα εκείνο των χρόνων που εργάστηκε στη διαδικασία φασόν, σε συνεργασία με βιοτεχνίες της Θεσσαλονίκης για την παραγωγή πουκαμίσων. Ήδη, είχε απασχοληθεί νωρίτερα ως υπάλληλος γραφείου σε μια βιοτεχνία. Τότε, αποφάσισαν η ίδια, ο σύζυγός της και μια ακόμη γυναίκα να λειτουργήσουν ένα εργαστήριο που συστηματικά θα παρείχε υπηρεσίες φασόν σε βιοτεχνίες πουκαμίσων. Άλλωστε, μέχρι και το τέλος της δεκαετίας 1990 η κατασκευή ενδυμάτων από βιοτεχνίες της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας λάμβανε σημαντικές διαστάσεις και τροφοδοτούσε καταστήματα σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, αλλά και στην Ευρώπη. Η αφήγηση της Δήμητρας εστιάζεται χρονικά στο σημείο λίγο πριν την επίσης μεγάλων διαστάσεων τάση αποδυνάμωσης και τελικά κλεισίματος πολλών βιοτεχνιών και εργαστηρίων φασόν που δραστηριοποιήθηκαν στην πόλη.
«Ξεκινάμε αρχικά και δημιουργούμε ένα συνεργείο φασόν με μια συνάδελφο, την οποία γνωρίσαμε τυχαία, μέσω μιας παρέας, η οποία ασχολούνταν με φασόν και ήθελε να κάνει ένα δικό της σιδερωτήριο. Σιδερωτήριο σημαίνει παίρνω τα πουκάμισα τα ραμμένα, τα κάνω κουμπί και κουμπότρυπα, τα σιδερώνω, τα συσκευάζω, τα βάζω στο σακουλάκι τους και τα στέλνω στη βιοτεχνία που πρόκειται να πωληθούν. Άρα, σε συνεργασία με το δικό μου σύζυγο τότε, δημιουργήσαμε ένα σιδερωτήριο. Ένα συνεργείο φασόν, το οποίο έκανε το κουμπί και την κουμπότρυπα του πουκάμισου, το σίδερο και την συσκευασία του».
[…]
«Αυτό γίνεται από το ’96 μέχρι περίπου το 2000. Είχαμε έναν χώρο τον οποίο τον νοικιάζαμε, αυτή η δουλειά χρειάζεται κάποια μηχανήματα, τα οποία είναι και ογκώδη, άρα έπρεπε να έχουμε ένα χώρο δικό μας, και οι δύο ήξεραν τη δουλειά, ο ένας, εγώ δηλαδή, την έμαθα στην αρχή βοηθητικά και μετά νομίζω έφτασα σε ένα επίπεδο ίδιο με αυτούς. Τώρα, αν με ρωτάς για τη δουλειά, είναι πολύ σκληρή δουλειά. Γιατί πρώτον δεν έχει ωράριο, δεν έχει σαββατοκύριακο ή αργία, εξαρτάται βέβαια και με ποιους ανθρώπους συνεργάζεσαι, αλλά συνήθως στις βιοτεχνίες υπάρχει ένταση και άγχος και το ότι το θέλω χθες αυτό που σου φέρνω. Είναι μια πολύ δύσκολη δουλειά γιατί έχει κίνδυνο η ίδια της. Δηλαδή, όταν δουλεύεις με βελόνες, με κλωστές, μπορεί και να κοπείς, και να τρυπηθείς. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά γιατί όταν έχεις ένα σιδερωτήριο είσαι όλη την ημέρα πάνω από μια πρέσα, η οποία βγάζει ζέστη. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά γιατί έχεις πολύ πίεση στο να παραδώσεις και όσα περισσότερα παραδώσεις, τόσα περισσότερα χρήματα θα πάρεις. Όσο λιγότερο δουλέψεις τόσο λιγότερο θα πληρωθείς. Είναι μια δουλειά επίσης η οποία δεν αμείβεται καλά. Γιατί δεν φαίνεται. Σου λέει ο άλλος «τι κάνει; παίρνει ένα πουκάμισο και το βάζει σε μια μηχανή και πατάει πέντε κουμπιά», δεν είναι έτσι».
Σύμφωνα με τους Ντίνα Βαΐου και Κωστή Χατζημιχάλη, η έννοια φασόν χρησιμοποιείται από το 1923 στην ελληνική επικράτεια. Ενδεχομένως πρόκειται για έννοια που χρησιμοποιούσαν πρόσφυγες ταπητουργοί που με την ανταλλαγή των πληθυσμών μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Η λέξη αυτή περιγράφει τη συνθήκη όπου ο εντολέας-επιχειρηματίας δίνει τα απαιτούμενα υλικά στα άτομα που συνεργάζονται μαζί του σε δικό τους χώρο, ξέχωρο από το χώρο της εταιρείας -ενδεχομένως τα άτομα αυτά εργάζονται από το σπίτι τους ή σε κάποιο εργαστήριο. Ο εντολέας αναθέτει στα εν λόγω άτομα την ολοκλήρωση ενός συγκεκριμένου έργου σε συγκεκριμένο χρόνο. Πρόκειται για μια διαδικασία εργασίας που συναντάται συχνά κατά τις δεκαετίες 1970 έως και 1990 στη βόρεια Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη. Σχετικά με την εν λόγω χρονική περίοδο, είδη που σε ένα βαθμό κατασκευάζονται σε σπίτια ανθρώπων εργαζομένων στη διαδικασία φασόν είναι: τμήματα έτοιμων ενδυμάτων και πλεκτών, σημεία παπουτσιών, κεντήματα, αλλά και συσκευασίες προϊόντων, πλαστικά λουλούδια, ζώνες, ενώ τακτική είναι και η συναρμολόγηση ηλεκτρονικών ειδών από το σπίτι .
Συχνά, το είδος αυτής της εργασίας είναι αθέατο, μιας και η εργασία με τη διαδικασία φασόν από το σπίτι συνδέεται με την άτυπη εργασία και ως εκ τούτου συχνά υπολείπεται κοινωνικής ασφάλισης και αποδοχών που θα λάμβανε κάποια/-οιος τυπικά εργαζόμενος σε μια επιχείρηση. Παρόλα αυτά, η άτυπη αυτή και ευέλικτη μορφή εργασίας, σε ένα βαθμό συνδέθηκε με τη «δυναμική της αστικής ανάπτυξης»της Θεσσαλονίκης κατά τις δεκαετίες 1970-1990, μιας και ενίσχυσε την καλή λειτουργία και κερδοφορία επιχειρήσεων που εστιάστηκαν στην μεταποίηση και εμπορία κυρίως ενδυμάτων.
Βιβλιογραφία
Ντίνα Βαΐου – Κωστής Χατζημιχάλης, Με τη ραπτομηχανή στην κουζίνα και τους Πολωνούς στους αγρούς. Πόλεις, περιφέρειες και άτυπη εργασία, Εξάντας (β΄έκδοση), Αθήνα 1997