Κατάστημα Υφασμάτων
Πόλη
Περίοδος Μετακίνησης
Αφηγήσεις Πόλης
Χρονολογία
Ετικέτα
Κατηγορία
Πλήρης Περιγραφή
Στις φωτογραφίες εικονίζεται το κατάστημα υφασμάτων επί της οδού Ερμού 6, κατά το έτος 1965. Η οικογένεια Ιχτιάρογλου, προσφυγικής καταγωγής από τη Μικρά Ασία εγκαταστάθηκε ήδη κατά την άφιξή της στην πόλη στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Το έτος 1938 ο πατέρας του τωρινού ιδιοκτήτη της επιχείρησης, του Αλέξανδρου Ιχτιάρογλου, ξεκίνησε να εργάζεται στο κατάστημα υφασμάτων του θείου του, στην οδό Ερμού 11. Το έτος 1963, στον ίδιο χώρο που εργαζόταν ως υπάλληλος λειτούργησε εκ νέου το κατάστημα υφασμάτων με την επωνυμία «Ιχτιάρογλου και Πέκος. Κάποια χρόνια αργότερα, στο εν λόγω κατάστημα ξεκίνησε να απασχολείται και ο τωρινός ιδιοκτήτης της εταιρείας Ιχτιάρογλου, ο κύριος Αλέξανδρος.
Σχετικά, με την εργασία του ο Αλέξανδρος Ιχτιάρογλου αναφέρει πως: «Ο πατέρας μου δεν ήθελε να ασχοληθώ με τα υφάσματα. Μου έλεγε να γίνω μηχανικός. Ξέρεις τότε τα πράγματα δεν ήταν εύκολα και υπήρχε μεγάλη φτώχεια, άλλωστε ήμασταν και πρόσφυγες. Έτσι ο πατέρας μου πίστευε ότι θα έβγαζα περισσότερα χρήματα κάνοντας ένα άλλο επάγγελμα. Όμως εμένα μου άρεσε το εμπόριο. Έτσι το 1976, όταν τελείωσα το στρατό μπήκα στην επιχείρηση. Το κατάστημα το έχουμε τρεις γενιές: ο πατέρας μου, εγώ και τώρα τα παιδιά μου. Αν μετρήσουμε και τη γενιά του θείου μιλάμε για τέσσερις γενιές. Ήμασταν ένα κατάστημα που πουλούσε υφάσματα χονδρική σε άλλα καταστήματα υφασμάτων ανά την Ελλάδα. Μου άρεσε να επισκέπτομαι τα εργοστάσια παραγωγής υφασμάτων και να βλέπω την γραμμή παραγωγής. Έτσι έλυνα τις απορίες μου για τα υφάσματα και για τα υλικά τους. Με την έκρηξη της βιοτεχνίας, αρχίσαμε πλέον να πουλάμε και λιανική στις βιοτεχνίες. Θυμάμαι εκείνη την εποχή που άνοιγαν βιοτεχνίες μαζικά μπορεί να είχαμε 10-15 ανδρόγυνα την ημέρα που έμπαιναν στο μαγαζί και μας έλεγαν: «γεια σας, θέλουμε να ανοίξουμε μια βιοτεχνία και ήρθαμε να δούμε υφάσματα». Ήταν άνθρωποι όχι ιδιαίτερα μορφωμένοι που μπορεί και να μην ήξεραν τη δουλειά και που εκείνη την εποχή δεν είχαν δουλειά. Με αυτό τον τρόπο, μέσω της βιοτεχνίας έβρισκαν».
Σύμφωνα με τον Λόη Λαμπριανίδη η εποχή που περιγράφεται παραπάνω φέρει τις ποιότητες της πληθυσμιακής αύξησης της πόλης της Θεσσαλονίκης, της αύξησης της εμπορικής κίνησης του λιμανιού, αλλά και της αύξησης της δυνατότητας μετακινήσεων διά μέσου της Θεσσαλονίκης, με τη χρήση του οδικού δικτύου, αλλά και μέσω των αερογραμμών που συνέδεαν την πόλη με διαφορετικά σημεία εντός και εκτός της χώρας. Ταυτόχρονα, με βάση τα δεδομένα της απογραφής του έτους 1984, η Θεσσαλονίκη εμφανίζει σπουδαία συγκέντρωση καταστημάτων του τομέα της μεταποίησης -βιοτεχνίες και βιομηχανίες, συγκριτικά με το σύνολο της ελληνικής επικράτειας, ιδιαίτερα δε σε ό,τι αφορά τους κλάδους της υφαντουργίας, ένδυσης, καπνοβιομηχανίας και υπόδησης . Στο πλαίσιο αυτό της κίνησης, από και διαμέσου της Θεσσαλονίκης οι κλάδοι της ένδυσης, αλλά και της υπόδησης, καθώς και της εμπορίας υφασμάτων μοιάζει να αυξάνονται δυναμικά.
Βιβλιογραφία
Ντίνα Βαΐου – Κωστής Χατζημιχάλης, Με τη ραπτομηχανή στην κουζίνα και τους Πολωνούς στους αγρούς. Πόλεις, περιφέρειες και άτυπη εργασία, Εξάντας (β’ έκδοση), Αθήνα 1997
Λόης Λαμπριανίδης, «Η πορεία ανάπτυξης της πόλης από τη δεκαετία του ’80: Γιατί δεν αξιοποιήθηκαν αποτελεσματικά οι ευκαιρίες», στο Γρηγόρης Καυκαλάς, Λόης Λαμπριανίδης, Νίκος Παπαμίχος (επιμ.), Η Θεσσαλονίκη στο μεταίχμιο, η πόλη ως διαδικασία αλλαγών, Κριτική, Θεσσαλονίκη 2008