Οι πρόσφυγες και η αγροτική αποκατάσταση
Πόλη
Περίοδος Μετακίνησης
Αφηγήσεις Πόλης
Χρονολογία
Ετικέτα
Κατηγορία
Πλήρης Περιγραφή
Στο Βιβλίον Στατιστικής Προσφύγων Κρήτης που βρίσκεται στα ΓΑΚ-Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, ο Νομάρχης Χανίων υπέγραφε το 1922 μια απογραφή των προσφύγων που είχαν φτάσει στον νομό. Στη στατιστική αυτή, πέραν των αριθμών των προσφύγων, γινόταν και μια καταγραφή των δηλωμένων επαγγελμάτων τους ανά φύλο. Από τους περίπου 8.000 άνδρες πρόσφυγες που είχαν καταγραφεί στον νομό, οι 2.600 δήλωναν ότι ήταν στο επάγγελμα γεωργοί.
Η δηλωμένη πρόθεση του ελληνικού κράτους εξ αρχής ήταν η αποκατάσταση των προσφύγων να γίνει σε συνάφεια με τα επαγγέλματα που αυτοί ασκούσαν ήδη και με τα μέρη στα οποία έμεναν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Όμως, με την πάροδο του χρόνου και την άφιξη επιπλέον προσφύγων, το κράτος και η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ) στη συνέχεια, έθεσαν προτεραιότητα κυρίως στην αγροτική αποκατάσταση. Αυτό οφειλόταν σε μια θεώρηση των υπευθύνων, εντός και εκτός Ελλάδας, ότι η αγροτική απασχόληση των προσφύγων θα ήταν αφενός λιγότερο δαπανηρή για το δημόσιο, αφετέρου αμεσότερη ως προς την αυτονόμησή τους. Αυτό μεταφράστηκε σε μια πολιτική προώθησης της αγροτικής αποκατάστασης, πράγμα που φαίνεται ότι ως έναν βαθμό επηρέασε και την επιλογή αρκετών προσφύγων που δεν ήταν γεωργοί, να δηλώσουν ότι ήταν.
Σε κάθε περίπτωση, οι δηλώσεις 2.600 γεωργών στην απογραφή του 1922 στα Χανιά δεν πρέπει να ήταν επηρεασμένες από τα παραπάνω, μιας και ήταν αρκετά νωρίς· η άφιξη των Μικρασιατών είχε μόλις ξεκινήσει κι ακόμη δεν υπήρχε εικόνα για το τι θα ακολουθούσε. Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 1923, ο Νομάρχης υπέγραψε ξανά μια απογραφή των επαγγελμάτων των προσφύγων στον νομό. Το ποσοστό των γεωργών παρέμενε υψηλό, περίπου 1.800 άτομα σε σύνολο 7.000 που αναγράφονταν στο βιβλίο. Σε αυτούς μπορούν να προστεθούν ορισμένες δηλώσεις εξειδικευμένων καλλιεργητών: 520 αμπελουργοί και 174 καπνεργάτες μπορούσαν επίσης να συνυπολογιστούν στον γεωργικό κλάδο.
Η διαχείριση αυτού του πληθυσμού, και όσων άλλων εγκαταστάθηκαν σε αυτήν την πρώτη φάση, πριν την ίδρυση της ΕΑΠ, σε αγροτικές περιοχές και οικισμούς, κανονίστηκε από μια σειρά διαταγμάτων. Τον Ιούλιο του 1923 δημοσιεύτηκε το Νομοθετικό Διάταγμα «Περί αγροτικής εγκαταστάσεως προσφύγων», το οποίο στην Κρήτη εφαρμόστηκε με Βασιλικά Διατάγματα που ακολούθησαν μέσα στον επόμενο μήνα (ΒΔ Περί θέσεως εν ισχύι του Ν. διατάγματος «περί αγροτικής εγκαταστάσεως προσφύγων» εις τας περιφερείας των Νομών Ιωαννίνων, Πρεβέζης, Άρτης, και εν τη νήσω Κρήτη, ΦΕΚ 17/07/1923 και ΒΔ Περί αναθέσεως των εκ του Ν. διατάγματος «περί αγροτικής εγκαταστάσεως προσφύγων» δικαιωμάτων του Υπουργού Γεωργίας εις τον Γενικόν Διοικητήν Κρήτης, ΦΕΚ 31/08/1923) . Βάσει αυτών, επειδή στο νησί δεν λειτουργούσε σχετική υπηρεσία, υπεύθυνος για την διαδικασία οριζόταν ο Γενικός Διοικητής Κρήτης.
Στην περίπτωση της Κρήτης, και συγκεκριμένα των Χανίων, ένα μεγάλο μέρος των γαιών που χρησιμοποιήθηκαν για την αγροτική αποκατάσταση των προσφύγων ήταν πρώην μουσουλμανικές. Πλήθος αυτών, που αξιοποιήθηκαν κυρίως μετά την αποχώρηση των μουσουλμάνων το 1924, βρίσκονταν στα περίχωρα της τότε πόλης. Στην περίπτωση των Χανίων,όπως και σε πολλές άλλες πόλεις, η αγροτική αποκατάσταση έφτανε μέχρι τις παρυφές της πόλης, σε περιοχές που σήμερα αποτελούν προάστιά της. Το γεγονός αυτό επέτρεπε σε πρόσφυγες που είχαν αγροτική εγκατάσταση αλλά η αποκατάστασή τους δεν είχε ιδιαίτερη επιτυχία, να προσεγγίζουν την πόλη και να αναζητούν απασχόληση σε διάφορα επαγγέλματα.
Επιπλέον, ορισμένες μαρτυρίες προσφύγων περιγράφουν τα περίχωρα των Χανίων ως τόπο αγροτικής εγκατάστασης μετά από μια σειρά διαδρομών. Όπως και αλλού, δηλαδή, αρκετοί που κατέφτασαν στην πόλη κι εγκαταστάθηκαν σε αγροτεμάχια κοντά της, το έκαναν μετά από κάποιο χρόνο αναζήτησης. Στην αναζήτηση αυτή ενεργό ρόλο έπαιζαν τα δίκτυα που πολλοί πρόσφυγες ανέπτυσσαν με συγγενείς ή γνωστούς τους που είχαν ήδη εγκατασταθεί κάπου. Ο Νίκος Κοκοβλής περιγράφει τη μετακίνηση όλης της οικογένειάς του από τη Σάμο, όπου είχαν αρχικά εγκατασταθεί, στο Βαμβακόπουλο Χανίων. Η προοπτική αυτή δημιουργήθηκε για την οικογένεια λόγω του γάμου της μιας κόρης με πρόσφυγα που είχε εγκατασταθεί ήδη στα Χανιά:
«Κάθισε λοιπόν ο Γιάννης μαζί μας δέκα μέρες, έκαναν τη στέψη σε στενό κύκλο, πήρε τη Βαγγελιώ κι έφυγε. Είπε στον πατέρα ότι όσοι πήγαν στην Κρήτη πήραν προσφυγικό κλήρο από τις περιουσίες που άφησαν οι Τούρκοι φεύγοντας […] Θα φροντίσει να βρει και για μας κανένα προσφυγικό μερίδιο και θα μας καλέσει να πάμε να εγκατασταθούμε εκεί. Πέρασε περίπου ένας χρόνος και πάνω που ο πατέρας μου άρχισε να απογοητεύεται πως δε θα γίνει τίποτα, έφθασε το μήνυμα. Ελάτε στην Κρήτη.
Φορτώσαμε στο πλοίο τα πράγματά μας […] κι επιβιβαστήκαμε κι εμείς. […] Από τον Πειραιά πήραμε το πλοίο «Αγγέλικα» για την Κρήτη. […] Εκεί μας περίμενε ο Γιάννης Τσαπάκος, ο γαμπρός μας. […] Κατοικούσαμε πια στο δικό μας σπίτι. Και είχαμε και γη δική μας, λίγη βέβαια, αλλά όπως και να’ ναι, δημιουργεί κάποιο αίσθημα ασφάλειας.
Εδώ, σε τούτο το μετόχι, κατοίκησαν καμιά τριανταριά οικογένειες […] οι περισσότεροι απ’ αυτούς προέρχονταν από το Γιαγτζιλάρ. Κάποιες άλλες ήταν από τη Μαγνησία και από αλλού. […] Η γη δεν έφτανε να χορτάσει τα στόματα της κάθε οικογένειας. Δεν είχες σοδειά να πουλήσεις, να πιάσεις λεφτά. Η οικογένεια τρεφόταν κυρίως από τα είδη που καλλιεργούσε. […] Ο πατέρας για να εξασφαλίσει το ψωμί της οικογένειας πήγαινε στο μεροκάματο, στο σκάψιμο. Το βράδυ, σα γύριζε, έτρεχε στα δικά του χωράφια…».
Βιβλιογραφία
Νίκος Ανδριώτης, Πρόσφυγες στην Ελλάδα 1821-1940. Άφιξη, περίθαλψη, αποκατάσταση, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2020
Κώστας Κατσάπης, «Το Προσφυγικό Ζήτημα» στο Αντώνης Λιάκος (επ.), Το 1922 και οι Πρόσφυγες. Μια νέα ματιά, Νεφέλη, Αθήνα 2011, σελ.125-169
Χρήστος Χατζηιωσήφ, «Το προσφυγικό σοκ, οι σταθερές και οι μεταβολές της ελληνικής οικονομίας» στο Χ. Χατζηιωσήφ (επ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, 1922-1940 Ο Μεσοπόλεμος, τ. Β1, Βιβλιόραμα, Αθήνα 2002, σελ.8-57
Πηγές
Βιβλίον Στατιστικής Προσφύγων Κρήτης, ΓΑΚ-Ιστορικό Αρχείο Κρήτης
Νίκος και Αργυρώ Κοκοβλή, Άλλος δρόμος δεν υπήρχε, εκδόσεις Πολύτυπο, Αθήνα 2002
ΦΕΚ 190Α/13.7.1923
ΦΕΚ 194Α/17.7.1923
ΦΕΚ 246Α/31.8.1923