Συνοριακές Μετακινήσεις, η μνήμη της οθωμανικής αυτοκρατορίας
Πλήρης Περιγραφή
Τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια ο Μάριος ζει στη Θεσσαλονίκη. Το 2013, όταν έλαβε χώρα η συνέντευξη, ο ίδιος ήταν περίπου πενήντα χρονών. Κατάγεται από μια πόλη της νότιας Αλβανίας. Στο παρελθόν, η οικογένεια του Μάριου ήταν μια οικογένεια εμπόρων που κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε αναπτύξει εμπορική δραστηριότητα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αλβανία. Κατά την πτώση της κομμουνιστικής διακυβέρνησης της Αλβανίας τα μέλη της οικογένειας του Μάριου που διαβιούσαν στην Αλβανία μετακινήθηκαν πλέον στην Ελλάδα και έλαβαν από το ελληνικό κράτος την αναγνώριση της ιδιότητας του ομογενούς.
Σύμφωνα με τους Βασίλη Παπαστεργίου και Ελένη Τάκου, «οι ομογενείς είναι πρόσωπα που δεν έχουν μεν την ελληνική ιθαγένεια, δεν είναι δηλαδή Έλληνες πολίτες», ωστόσο, σύμφωνα με το ελληνικό κράτος τα άτομα αυτά διαθέτουν ελληνική «εθνική καταγωγή». Το ΕΔΤΟ (Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς) έδωσε τη δυνατότητα πρόσβασης σε αγαθά που ορίζει ο νόμος στην Ελλάδα, όπως νόμιμη διαβίωση, διαμονή και εργασία στη χώρα, στους αναγνωρισμένους ως ομογενείς από το ελληνικό κράτος.
Τα μέλη της οικογένειας του Μάριου είχαν το δικαίωμα της νόμιμης μετακίνησης από και προς την Ελλάδα, της διαμονής και εργασίας. Ο Μάριος και η οικογένειά του εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη όπου είχαν συγγενείς και περιουσία, η οποία τους άνηκε ήδη πριν το κλείσιμο των συνόρων ανάμεσα σε Ελλάδα και Αλβανία και πλέον τους αποδόθηκε.
Ο ίδιος, μιλώντας για πρόγονούς του, μνημονεύει την περίοδο των Αυτοκρατοριών, και δη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενός κόσμου με περισσότερο ασαφή σύνορα, όπου οι πρόγονοί του είχαν το δικαίωμα της μετακίνησης, εργασίας και πλουτισμού ανάμεσα σε διαφορετικές πόλεις της Αυτοκρατορίας αυτής. Πλέον, οι εν λόγω πόλεις ανήκουν σε διαφορετικά κράτη, γεγονός που «διαίρεσε» γεωγραφικά τα μέλη της οικογένειας του Μάριου, μιας και μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου περίπου η μισή οικογένεια βρέθηκε στην Αλβανία, αποκλεισμένη από επαφές με τους συγγενείς που κατοικούσαν στην Ελλάδα. Η εν λόγω σύντομη ανασκόπηση του χρόνου στην ιστορία των Βαλκανίων, μοιάζει σε ένα βαθμό με αφορμή για την αφήγηση πολλαπλών προσωπικών ιστοριών, διασκορπισμένων συγγενικών σχέσεων στο χώρο, ανθρώπων που μετακινήθηκαν ανάμεσα σε διαφορετικές πόλεις και χώρες των Βαλκανίων και που συναντήθηκαν εκ νέου μετά το 1989.
Βιβλιογραφία
Dimitra Gefou-Madianou, “‘Eyes Shut, Muted Voices’: Narrating and Temporalizing the Post-Civil War Era through a Monument”, Social Analysis, Vol. 61, Issue 1, αφιέρωμα “Post-Ottoman Topologies”, ed. Nicolas Argenti, Άνοιξη 2017, σ. 115-128
Λάμπρος Μπαλτσιώτης, “Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας: Μια προσπάθεια προσέγγισης σε μια μεταβατική κοινωνία”, στο Τσιτσελίκης Κωνσταντίνος, Χριστόπουλος Δημήτρης (επιμ.), Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας, Κριτική & ΚΕΜΟ, Αθήνα 2003
Βασίλης Παπαστεργίου, Ελένη Τάκου, Έντεκα μύθοι και περισσότερες αλήθειες. Η μετανάστευση στην Ελλάδα, Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ (Παράρτημα Ελλάδας), Αθήνα 2013
Πηγές
«Από την πλευρά της μητέρας μου είχαμε πάντα μαγαζί εδώ, στη Θεσσαλονίκη, και σπίτι. Το τελευταίο που ξέρω που έχουμε, από το 1920, το έχουμε ακόμα, είναι κληρονομιά μας. Αλλά είχαμε σχέση πάντα, αιώνες με την πόλη –Θεσσαλονίκη. Κάναμε εμπόριο. Θυμάμαι ένας νταής -θείος της μαμάς μου- αδελφός της γιαγιάς μου, έλεγε πως επί τουρκοκρατίας ζούσαμε καλύτερα. Γιατί υπήρχε μια αυτοκρατορία και με ένα διαβατήριο μπορούσες να πας όπου ήθελες. Δεν υπήρχαν εθνικισμοί και λοιπά, δηλαδή ήτανε πολύ πιο ήπια. Και οι σχέσεις μεταξύ των κοινοτήτων ήταν πολύ πιο ομαλές από αυτό που έγινε μετά τον πρώτο παγκόσμιο. Αγριέψανε πλέον, χύθηκε πολύ αίμα και όλοι ταμπουρωθήκανε πίσω από την εθνικότητα. Έβλαψε τα Βαλκάνια αυτή η ιστορία. Ήμασταν από τις ‘καλές’ οικογένειες, αλλά εμείς γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε εξόριστοι, σε μια πόλη της κεντρικής Αλβανίας. Όταν ήρθαμε στη Θεσσαλονίκη, δηλαδή, από εκεί ήρθαμε»
Μάριος, Θεσσαλονίκη 2013
Αρχείο εθνογραφικής έρευνας Ελίνας Καπετανάκη