Συμφωνία για την ανταλλαγή πληθυσμών
Πόλη
Περίοδος Μετακίνησης
Χρονολογία
Ετικέτα
Κατηγορία
Πλήρης Περιγραφή
Στις 30 Ιανουαρίου 1923 υπογράφτηκε η ελληνοτουρκική σύμβαση που ρύθμιζε την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η σύμβαση συντάχθηκε και υπογράφτηκε στα πλαίσια της Συνδιάσκεψης της Ειρήνης που είχε ξεκινήσει στη Λοζάνη από τον Νοέμβριο του 1922. Η τελική υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης της Λοζάνης πραγματοποιήθηκε στις 24 Ιουλίου 1923. Η ελληνοτουρκική σύμβαση επικυρώθηκε από την Τουρκία κι από την Ελλάδα στις 23 και στις 25 Αυγούστου 1923 αντίστοιχα. Έκτοτε τέθηκε σε ισχύ.
Είναι καταγεγραμμένο βιβλιογραφικά ότι οι ίδιοι οι πρόσφυγες δεν καλωσόρισαν την υποχρεωτική ανταλλαγή. Το ζήτημα αυτό απασχόλησε τις εφημερίδες των Χανίων, με στόχο να συνδράμουν στην ομαλοποίηση της νέας πραγματικότητας που είχε διαμορφωθεί. Φαίνεται ότι οι περισσότερες εφημερίδες της εποχής συμμετείχαν σε ένα αφήγημα που επιδίωκε να αποδεχτούν οι πρόσφυγες τη συμφωνία ανταλλαγής, και να καλωσορίσουν, με τη σειρά τους, οι ντόπιοι τους πρόσφυγες. Τα δύο δημοσιεύματα που παρατίθενται συνηγορούν στην παραπάνω διαπίστωση και έχουν χρονική απόσταση μεταξύ τους περίπου 6 μήνες. Το πρώτο προέρχεται από την εφημερίδα Εσπερινός Ταχυδρόμος, η οποία τασσόταν υπέρ του Βενιζέλου και των φιλελεύθερων αρχών του κόμματός του. Το δεύτερο δημοσίευμα προέρχεται από την εφημερίδα Δημοκρατικός Αγών, «δημοκρατικών αρχών» όπως αυτοπροσδιοριζόταν, και οπωσδήποτε αντιβασιλικής, αν κρίνει κανείς από τα σχετικά δημοσιεύματά της.
Το κεντρικό επιχείρημα που παρουσιαζόταν αμέσως μετά την υπογραφή της ελληνοτουρκικής σύμβασης, στο δημοσίευμα της 1ης Φεβρουαρίου 1923, ήταν ότι αποτελούσε τεράστια επιτυχία της σύμβασης η εξαίρεση των Κωνσταντινοπουλιτών και του Πατριαρχείου από την Ανταλλαγή, η αναχώρηση των μουσουλμάνων από το ελληνικό έδαφος και η συνεπακόλουθη χρήση των ακινήτων τους για τους πρόσφυγες, η τακτοποίηση της εκτίμησης των περιουσιών που έμειναν στην Μικρά Ασία, η αναγνώριση ελληνικής υπηκοότητας στους πρόσφυγες που έφτασαν στην Ελλάδα και άλλες ρυθμίσεις. Το δημοσίευμα αυτό, που είχε την υπογραφή του ίδιου του Ελ. Βενιζέλου, έκλεινε με τη βεβαιότητα ότι η σύμβαση ήταν προς όφελος των προσφύγων, παρά του ότι αυτοί δεν ήταν σε κατάσταση να το αναγνωρίσουν ακόμα.
Το δεύτερο δημοσίευμα ήταν μια συνέντευξη του υπουργού Υγιεινής, Προνοίας και Κοινωνικής Αντιλήψεως, Απόστολου Δοξιάδη, ο οποίος επισκέφτηκε την Κρήτη στα μέσα Αυγούστου 1923, λίγο πριν την κύρωση της σύμβασης από την ελληνική και την τουρκική Βουλή. Ο υπουργός απαντούσε σε σχετικό ερώτημα της εφημερίδας, ότι η μόνη λύση του προσφυγικού θα ήταν, χωρίς αμφιβολία, η επικείμενη ανταλλαγή πληθυσμών. Βεβαίωνε ότι η αποχώρηση των μουσουλμάνων θα έδινε στο δημόσιο έναν όγκο ακίνητης περιουσίας η οποία θα χρησιμοποιούνταν, με τη σειρά της, ως παροχή στους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Η συνέντευξη έκλεινε με μια κοινή διαπίστωση του υπουργού και της εφημερίδας, ότι οι Χανιώτες και οι Κρητικοί που υπήρξαν πρότινος πρόσφυγες και οι ίδιοι, έχουν ήδη περιβάλλει με στοργή κι αγάπη τους «δοκιμασθέντας αδελφούς μας». «Οι πρόσφυγες δέον να θεωρήσωσιν εαυτούς τυχηρούς (sic) διότι ηυτύχησαν να έλθωσιν εις τον φιλόξενον και λίαν προηγμένον τόπον σας. Είμαι πεπεισμένος ότι θα συμβιώσετε εν πλήρει αρμονία και αγάπη».
Βιβλιογραφία
Νίκος Ανδριώτης, Πρόσφυγες στην Ελλάδα 1821-1940. Άφιξη, περίθαλψη, αποκατάσταση, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2020