Ένα απέραντος καταυλισμός στο λιμάνι του Πειραιά
Πόλη
Περίοδος Μετακίνησης
Αφηγήσεις Πόλης
Χρονολογία
Κατηγορία
Πλήρης Περιγραφή
Η πόλη του Πειραιά, επιβαρυμένη ήδη από τις συνεχείς προσφυγικές αφίξεις από τους πρώτους μήνες του 1922, με επιταγμένα αρκετά δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, αλλά και πρόχειρες αυτοσχέδιες εγκαταστάσεις σε υπαίθριους χώρους, μετατράπηκε αμέσως, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των εφημερίδων, σε έναν απέραντο καταυλισμό. Ο χώρος γύρω από το λιμάνι του Πειραιά, από την Ηετιώνεια Ακτή έως το Βασιλικό Περίπτερο –κυρίως ο Σταθμός Λαρίσης (απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Διονυσίου), η πλατεία Καραϊσκάκη, με τα υπόστεγα των αποθηκών, η ακτή Τσελέπη– τα προαύλια ναών και σχολείων, οι πλατείες και οι ελεύθεροι χώροι, όπως ο Τινάνειος κήπος (απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Τριάδος), φιλοξενούσαν μεγάλους αριθμούς προσφύγων.
Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1922, οι υπουργοί Οικονομικών Αθανάσιος Ευταξίας, Εσωτερικών Γεώργιος Μπούσιος και Περιθάλψεως Σπυρίδων Γιαννόπουλος επισκέφτηκαν την πόλη του Πειραιά, τους χώρους όπου είχαν βρει προσωρινό καταφύγιο οι πρόσφυγες, «καθ’ όλην την κυκλοτερή αιμασιάν του Πειραϊκού λιμένος», από την Ηετιώνεια ακτή μέχρι το Βασιλικό περίπτερο. Αποφάσισαν την εκκένωση των υπόστεγων της Πλατείας Καραϊσκάκη από τα εμπορεύματα, καθώς και μιας μεγάλης αποθήκης δίπλα στο Τελωνείο, στην οποία εγκαταστάθηκαν 1.000 πρόσφυγες. Διέθεσαν το Δημοτικό Θέατρο, και ξεκίνησαν την επίταξη οικημάτων στην πόλη αυθημερόν, ενώ δεσμεύτηκαν ότι θα εφαρμόσουν το μέτρο της επίταξης στην Αθήνα και τα προάστια, εάν παραστεί ανάγκη. Παράλληλα, προχώρησαν στη σύσταση τριμελούς τοπικής επιτροπής υπό τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου της πόλης Γ. Ηλιόπουλο, που θα αναλάμβανε να μεριμνήσει για τους πρόσφυγες που θα εγκαθίσταντο στον Πειραιά. Η Δημοτική Αρχή του Πειραιά αδυνατούσε να διαχειριστεί την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην πόλη. Συνεδρίασε για πρώτα φορά μόλις στις 3 Οκτωβρίου του 1922.
Οι συνθήκες της στέγασης και της υγιεινής χειροτέρευαν καθώς ο αριθμός των νεοαφιχθέντων προσφύγων αυξανόταν. Οποιαδήποτε προσπάθεια μετακίνησης συνοδευόταν από την άφιξη ακόμα περισσότερων. Στις 12 Σεπτεμβρίου, διαμορφώθηκε χώρος στη λαχαναγορά του Πειραιά για τη φιλοξενία 1.000 προσφύγων από την πλατεία Καραϊσκάκη, και επιτάχθηκαν τα υπόστεγα του Λαρισσαϊκού σιδηροδρόμου από την «υπηρεσία προσφύγων διά την εγκατάστασιν». Την ίδια μέρα έφτασαν στο λιμάνι 1.740 νέοι πρόσφυγες και την επομένη 5.000.
Στην Ηετιώνεια Ακτή, τα υπόστεγα δίπλα στις γραμμές του τρένου, τα άδεια βαγόνια, ο γειτονικός αρχαιολογικός χώρος –τμήμα των μακρών τειχών–, το νεκροταφείο του Αγίου Διονυσίου, οι κενές αποθήκες και τα υπόστεγα του λιμανιού φέρονται να φιλοξένησαν χιλιάδες ανθρώπους. «Ο σταθμός Λαρίσης έχει μεταβληθή εις βρόμικον στρατόπεδον. Κατασκηνώσεις παντού και τα κενά βαγόνια πλημμυρισμένα. Πόσους πρόσφυγας είναι δυνατόν να χωρέση ένα παλαιόν βαγόνιον; Πόσας δηλ. γυναίκας και παιδία που έχουν ανάγκη να κοιμηθούν, να καθαρισθούν, να κατοικήσουν; Είκοσι μέχρι είκοσι πέντε. Και όμως ο νόμος του αδιαχώρητου κατεστρατηγήθη. Εις κάθε παλαιόν βαγόνιον έχουν εγκατασταθή εβδομήντα έως ογδόντα γυναίκες, παιδία, γέροντες. […] Ο συνωστισμός τα προστατεύει ευτυχώς από το νυκτερινό κρύο, αλλά ο συνωστισμός εκείνος δημιουργεί μίαν ατμόσφαιραν αφόρητον, ανθυγιεινήν, επικίνδυνον. Καθαριότης δεν είνε δυνατόν να υπάρξη. Κάθε οικογένεια έχει περιτριγυρίσει ένα χώρον ενός ή δύο τετραγωνικών μέτρων με τας αποσκευάς της, με τους μπόγους, με τα χράμια και τα χαλιά». Οι πρόσφυγες που βρήκαν καταφύγιο στα βαγόνια και τα υπόστεγα του σταθμού στάθηκαν περισσότερο «τυχεροί» από εκείνους που αναγκάστηκαν να μείνουν για μέρες ή βδομάδες σε υπαίθριους χώρους, σε σκηνές ή πρόχειρα καταλύματα που δημιούργησαν μόνοι τους για να προφυλαχθούν από τις φθινοπωρινές βροχές και το κρύο.
Βιβλιογραφία
Εμπρός, 6.9.1922, σ. 2, 8.9.1922, σ. 3, 13.9.1922, σ. 3 και 14.9.1922, σ. 2.
Ελεύθερο Βήμα, 6.9.1922
Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου 37, τόμος πρακτικών Δ.Σ. 1921-1925.
Μάρκος Βαμβακάρης, Αυτοβιογραφία, σ. 83, 95.